Πηλεύς

Πηλεύς
Πηλεύς (-εύς, -έος, -έος, -έι, -εῖ, -έα.) son of Aiakos, husband of Thetis, father of Achilles. Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται sc. among those in Elysium O. 2.78
1

Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ P. 3.87

πόλιν τάνδε (= Αἴγιναν)

κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.100

παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.33

Ἰαολκὸν πολεμίᾳ χερὶ προστραπὼν Πηλεὺς παρέδωκεν Αἱμόνεσσιν N. 4.56

αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ N. 5.26

οὐδ ἔστιν πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος, εὐδαίμονος γαμβροῦ θεῶν I. 6.25

τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου ΑἰακίδᾳI. 8.38 Πηλέος ἀντιθέου μόχθοις νεότας ἐπέλαμψεν μυρίοις fr. 172. 1. test., Σ Ael. Aristid., 2. 168 Dind., ἐν ὕμνοις Πίνδαρος μέμνηται ὅτι τὸν Εὐρυτίωνα, τὸν τοῦ Ἴρου τοῦ Ἄκτορος παῖδα ἕνα ὄντα τῶν Ἀργοναυτῶν, συνθηρεύοντα ἄκων ἀπέκτεινε Πηλεύς fr. 48.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Πηλεύς — son of Peleus masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλεύς — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αίγυπτο και μαρτύρησε στη φωτιά μαζί με το συμπατριώτη του Νείλο. Η μνήμη του τιμάται στις 17 Σεπτεμβρίου. * * * έως, ο, ΝΜΑ, και Πηλέας Ν, και επικ. τ, γεν. ήος ή έος και αττ. αιτ. ή, Α… …   Dictionary of Greek

  • πήλευς — πηλόω coat imperf ind act 2nd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλεῖς — Πηλεύς son of Peleus masc acc pl Πηλεύς son of Peleus masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλῆ — Πηλεύς son of Peleus masc acc sg (attic) Πηλεύς son of Peleus masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλέων — Πηλεύς son of Peleus masc gen pl Πηλέω̆ν , Πηλεύς son of Peleus masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Пелей — (Πηλεύς) сын эгинского царя Эака, брат Теламона. За убийство своего сводного брата Фока, который победил П. в атлетических упражнениях, был изгнан отцом и удалился во Фтию к дяде Эвритиону, на дочери которого женился. Во время калидонской охоты… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Πηλεῖ — Πηλεύς son of Peleus masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλεῖος — Πηλεύς son of Peleus masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλεῦ — Πηλεύς son of Peleus masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλεῦσι — Πηλεύς son of Peleus masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”